Όποιος επιχειρήσει να απαντήσει στο παραπάνω ερώτημα θα δυσκολευτεί πολύ, λόγω έλλειψης στατιστικών στοιχείων τόσο για τους παραγωγικούς συντελεστές όσο και για το αποτέλεσμα της παραγωγικής διαδικασίας. Ουσιαστικά κανένας δεν γνωρίζει ούτε τον αριθμό των ιδιοκτητών, ούτε τον αριθμό των καλλιεργητών, ούτε φυσικά τον αριθμό των εργατών που απασχολούνται στην ελαιοκαλλιέργεια. Κανένας επίσης δεν μετρά ούτε την ποσότητα της παραγωγής, ούτε τη χρηματική της αξία, ούτε το εισόδημα που εκρέει από τη Μεσσηνία για αμοιβές παραγωγικών συντελεστών εκτός νομού. Μέσα σε αυτό το θολό πλαίσιο, κανένας σοβαρός επενδυτής δεν θα ρισκάρει τα χρήματά του για να δημιουργήσει επιχειρήσεις ελαιοπαραγωγής ή συγκομιδής ελαιοκάρπου. Αντιμέτωπη με την αποτυχία κινδυνεύει να βρεθεί και οποιαδήποτε συνεταιριστική προσπάθεια αγνοήσει την αναχρονιστική λειτουργία του ελαιοκομικού τομέα. Γι’ αυτό μάλλον θα διατηρηθεί, με μικρές μόνο παρεκκλίσεις, η υπάρχουσα παραγωγική βάση των χιλιάδων μικροϊδιοκτητών, οι οποίοι δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες και συμπληρώνουν το εισόδημά τους πουλώντας λάδι.
Προφανέστατα, καθώς αφήνει τον μάταιο τούτο κόσμο η γενιά που φύτεψε εκατομμύρια ελαιόδεντρα στη Μεσσηνία, τα επόμενα χρόνια θα αυξηθεί ο αριθμός των ιδιοκτητών που θα αναζητούν καλλιεργητές -αλλά μετά τη «μεγάλη φυγή» των Αλβανών στο εξωτερικό κανένας δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον της ελαιοκαλλιέργειας. Το μόνο βέβαιο είναι ότι η αύξηση της τιμής του ελαιολάδου δεν αρκεί για τη σωτηρία του κλάδου, καθώς οι περισσότεροι παραγωγοί είναι ηλικιωμένοι και πολλοί κληρονόμοι τους δεν έχουν πατήσει ποτέ το πόδι τους σε κτήμα. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από την πορεία της τιμής του ελαιολάδου, η Μεσσηνία θα πρέπει να συζητήσει σοβαρά αν είναι εφικτή η επιβίωση του νομού με ένα αστικό κέντρο παροχής υπηρεσιών και πέντε-έξι ημιαστικά τουριστικά κέντρα.
Κατά την ταπεινή μου άποψη όμως, η ερήμωση των χωριών οδηγεί αυτή τη στιγμή με μαθηματική ακρίβεια αρχικά σε εγκατάλειψη της ελαιοκαλλιέργειας και τελικώς σε πλήρη κατάρρευση της μεσσηνιακής οικονομίας. Γι’ αυτό πρέπει πάση θυσία να ανακοπεί η δημογραφική συρρίκνωση της υπαίθρου, με την παροχή πραγματικά γενναίων κινήτρων για εγκατάσταση στα χωριά και συνέχιση της ελαιοκαλλιέργειας. Και όταν λέμε γενναία κίνητρα, εννοούμε παροχές και επιχορηγήσεις, που θα προκαλέσουν δεύτερες σκέψεις ακόμα και σε υψηλόμισθους εργαζόμενους των αστικών κέντρων. Έτσι κι αλλιώς, με τα σημερινά εισοδήματα δύσκολα θα μείνει η επόμενη γενιά Μεσσήνιων ακόμα και στην Καλαμάτα, οπότε καλό είναι να ξεκινήσει το συντομότερο η συζήτηση για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, χωρίς αγκυλώσεις, παρωπίδες και θεολογικές προσεγγίσεις του «ευλογημένου τόπου»
Θανάσης Λαγός