Κατά την ταπεινή μου γνώμη όμως το πιο ενδιαφέρον άρθρο ήταν του καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης Στάθη Καλύβα στην «Καθημερινή». Ο κ. Καλύβας σε αυτό το άρθρο με τίτλο «Τα τέσσερα ΠΑΣΟΚ της Μεταπολίτευσης», αφού περιγράψει το πρώτο ΠΑΣΟΚ του 1974 «ως ένα πολιτικό μόρφωμα με ροβεσπιερικά χαρακτηριστικά», θα επισημάνει ότι το 1981 «το (σ.σ. δεύτερο) ΠΑΣΟΚ θα ταυτιστεί πλήρως με το κράτος, μετασχηματίζοντας τις κυρίαρχες προνεωτερικές πελατειακές πρακτικές της Δεξιάς σε ένα νέο σύστημα μαζικής πελατειακής διακυβέρνησης. Η πρώτη τετραετία του στην εξουσία διακρίνεται από έναν έντονο μεταρρυθμιστικό και αναδιανεμητικό χαρακτήρα».
Για το τρίτο και τέταρτο ΠΑΣΟΚ ο κ. Καλύβας γράφει: «Προέκυψε τότε η τρίτη εκδοχή του ΠΑΣΟΚ: εκσυγχρονιστικό, μοντέρνο, ευρωπαϊκό, σοσιαλδημοκρατικό, που ταυτίστηκε με την προσωπικότητα του Σημίτη. Αν όμως η πολιτική μετριοπάθεια και η διάθεση για εκσυγχρονιστικές τομές ήταν πραγματικές, το ίδιο ίσχυε και για την απόσταση που χώριζε θεωρία και πράξη. Και αυτό γιατί η σοσιαλδημοκρατία δεν ήταν ποτέ ο νερωμένος σοσιαλισμός που πιστεύουν οι περισσότεροι, αλλά μια συνεκτική πολιτική συνταγή, όπου μια δυναμική και ανταγωνιστική καπιταλιστική οικονομία, βασισμένη στη βιομηχανία, φορολογείται αποτελεσματικά για να χρηματοδοτήσει ένα εκτεταμένο κράτος πρόνοιας. Και στην Ελλάδα τέτοια οικονομία δεν αναπτύχθηκε -και αν ποτέ υπήρξε ως προοπτική, αυτή εξανεμίστηκε μέσα στη δεκαετία του ’80. Εκείνο όμως που ήταν εντελώς πραγματικό ήταν το σύστημα εξουσίας που ταύτιζε κόμμα και κράτος με συγκολλητική ουσία τον μαζικό πελατειασμό χρηματοδοτημένο με δανεικά και βασική συνέπεια τη συνεχιζόμενη αποσάθρωση των αξιών. Και τότε συνέβη κάτι πολύ ενδιαφέρον: το ΠΑΣΟΚ μετενσαρκώθηκε στην τέταρτη εκδοχή του. Αν ο Ευάγγελος Αβέρωφ επιχείρησε να αντιγράψει την οργάνωση του ΠΑΣΟΚ μαζικοποιώντας τη Νέα Δημοκρατία, ο Μιλτιάδης Έβερτ και κυρίως ο Κώστας Καραμανλής πασοκοποίησαν τη Νέα Δημοκρατία, μετατρέποντάς τη σε ένα κόμμα που υιοθέτησε πλήρως τη μέθοδο διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Η εποχή του ευρώ δημιούργησε την ψευδαίσθηση μιας θωρακισμένης επιτυχίας, ταΐζοντας το λαίμαργο κράτος με αδιανόητους έως τότε πόρους, δανεικούς εννοείται. Διπλή τραγική ειρωνεία και καρμική δικαιοσύνη: αφού πρώτα το ΠΑΣΟΚ έγινε καραμανλικό, έσκασε τελικά στα χέρια του ανυποψίαστου πρωτότοκου γιου του ιδρυτή του, του Γιώργου Παπανδρέου».
Και το άρθρο του κ. Καλύβα καταλήγει: «Οι επίγονοι-μνηστήρες του σημερινού ΠΑΣΟΚ έχουν μπροστά τους μια μεγάλη ευκαιρία αλλά και μια εξαιρετικά δύσκολη αποστολή. Επενδύουν στη νοσταλγία, όμως η μέθοδος ΠΑΣΟΚ επιτάσσει την κατασκευή ενός πολιτικού προϊόντος που θα είναι ελκυστικό ακριβώς επειδή δεν θα γίνεται πιστευτό, συνταγή μάλλον αδύνατη σε μια εποχή που δεν προσφέρεται για τέτοιου είδους πολιτικούς ταχυδακτυλουργισμούς. Εναλλακτικά θα μπορούσαν να δοκιμάσουν κάτι τελείως διαφορετικό, όμως κάτι τέτοιο απαιτεί εντελώς άλλα μυαλά. Και πού θα μπορούσαν να τα βρουν;».
Κατά τη ταπεινή μου γνώμη όμως ο κ. Καλύβας κάνει λάθος να ζητά τους κληρονόμους του ΠΑΣΟΚ στο κόμμα του Νίκου Ανδρουλάκη. Το πέμπτο ΠΑΣΟΚ είναι η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη, που συνεχίζει την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου μεγεθύνοντας την οικονομική δραστηριότητα του κράτους και πολλαπλασιάζοντας τα επιδόματα και τις παροχές.
Θανάσης Λαγός