Δικαίωμα φυσικά του καθενός να θέλει να θέσει υποψηφιότητα για δημόσιο αξίωμα, αλλά πόσο λογικό είναι τόσοι πολλοί να... βλέπουν τον εαυτό τους δήμαρχο;
Κατά πολλούς υπάρχουν δύο λογικές. Η μία λέει πως “αφού μπορεί να είναι ο Χ, δεν μπορώ εγώ;” με τον εγωισμό τους να χτυπάει “κόκκινο”. Και η άλλη ότι πλασάρουν τον εαυτό τους στην πρώτη γραμμή της μάχης, έχοντας τελικά ως ταβάνι τη θέση του επικεφαλής μίας παράταξης μειοψηφίας (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) ή ακόμα και θέση αντιδημάρχου ελέω “Κλεισθένη”.
Εχουν άραγε αναρωτηθεί όμως ότι θα πρέπει να έχουν και ένα σαφές πλάνο με προγραμματικές θέσεις, που θα δεσμεύουν αυτούς και όσους απαρτίζουν το ψηφοδέλτιό τους; Κάποιοι ναι, και θα το παλέψουν φιλότιμα δίνοντας τη μάχη τους με πραγματικό στόχο τον δημαρχιακό θώκο. Είναι όμως και αυτοί που δεν πιστεύουν πως μπορούν να εκλεγούν δήμαρχοι και συνεπώς δεν τους δεσμεύει πραγματικά κάτι για να προτείνουν συγκεκριμένες λύσεις για την πόλη.
Ηδη πάντως υπάρχει “ζεστή” κουβέντα για το πώς βλέπει ο καθένας την κάθε υποψηφιότητα (επισήμως δύο έχουμε έως τώρα), αλλά πραγματικά μόνο σε εικασίες μπορούμε να αρκεστούμε προς το παρόν και αυτό για όσο ακόμα δεν έχει συμπληρωθεί το παζλ των υποψηφίων. Αλλωστε μία υποψηφιότητα δεν κρίνεται μόνο αυτόνομα, αλλά συγκριτικά και με τις υπόλοιπες.
Σε τοπικό επίπεδο δεν είναι αμελητέος και ο παράγοντας της προσωπικής συμπάθειας για ένα άτομο, ωστόσο αυτό δεν επαρκεί για να αποτελέσει ασφαλές σημάδι πλεονεκτήματος για κάποιον διεκδικητή.
Στην ουσία βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή μίας μακράς προεκλογικής περιόδου με αστάθμητο παράγοντα τον χρόνο των εθνικών εκλογών, κάτι που δεν αποκλείεται να επηρεάσει όχι μόνο τις προθέσεις προσώπων στα αυτοδιοικητικά αλλά και το σύστημα διεξαγωγής των εκλογών.