Με την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα πανεπιστήμια άνοιξε ξανά η συζήτηση για τον τρόπο κάλυψης των διαθέσιμων θέσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το θέμα έχει απασχολήσει και κατά το παρελθόν με τη θέσπιση της βάσης του 10, όταν υπουργός Παιδείας ήταν η Μαριέττα Γιαννάκου. Οι κενές θέσεις τότε αφορούσαν τα ΤΕΙ της επαρχίας, μετά τη μετατροπή τους όμως σε πανεπιστήμια από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ οι κενές θέσεις αφορούν πλέον πανεπιστημιακά τμήματα. Το «έργο» δηλαδή το έχουμε ξαναδεί, απλώς τώρα την πληρώνουν περισσότερο οι «καθηγητικές σχολές».
Είμαστε από αυτούς που διαχρονικά υποστηρίζουμε ότι η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει να είναι ελεύθερη και υπόθεση των πανεπιστημίων. Το κάθε πανεπιστημιακό τμήμα να αποφασίζει μόνο του τη βάση εισαγωγής, τον αριθμό των φοιτητών που θα εισάγει, αλλά και αυτόν που θα δέχεται ως μετεγγραφή. Σήμερα διατίθενται παραπάνω θέσεις από αυτές που μπορούν να σηκώσουν κάποια κεντρικά πανεπιστημιακά τμήματα, ενώ με το σύστημα των μετεγγραφών φορτώνονται με επιπρόσθετο αριθμό φοιτητών. Έχουμε έτσι το εξής παράδοξο, να έχουμε κενές θέσεις στα περιφερειακά τα οποία οδηγούνται σε υπολειτουργία και υπερπληθυσμό στα κεντρικά, που δεν μπορούν να προσφέρουν ποιοτικές σπουδές. Αν αυτή η βασική στρέβλωση αντιμετωπιζόταν δεν θα συζητούσαμε για βάση εισαγωγής.
Οι πανελλαδικές εξετάσεις μπορεί να είναι αδιάβλητο σύστημα, αλλά επιβραβεύουν τη συστηματική παπαγαλία. Είναι εξετάσεις κατάταξης. Τα πανεπιστημιακά τμήματα μέσα από δικές τους εσωτερικές διαδικασίες θα μπορούσαν να κάνουν ένα δεύτερο «ξεσκαρτάρισμα» μέσα στη διετία δίνοντας μια δεύτερη ευκαιρία, χωρίς όμως να «εγκλωβίζουν» νέους σε αντικείμενα τα οποία δεν τους ενδιαφέρουν ή στα οποία δεν μπορούν να ανταποκριθούν.
Η θέσπιση της ΕΒΕ ανέδειξε και το χάσμα που χωρίζει μια σειρά από πανεπιστημιακούς με την κοινωνία και την πραγματικότητα. Η περίπτωση της Αρχιτεκτονικής Ξάνθης είναι χαρακτηριστική. Δυστυχώς υπάρχει κενό τόσο σε σχέση με το τι συμβαίνει στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση όσο και με τις τάσεις στην αγορά εργασίας. Τα πανεπιστημιακά τμήματα για να συνεχίσουν να υπάρχουν θα πρέπει να αφήσουν στην άκρη ελιτισμούς και να προσγειωθούν στην οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα. Είναι αλήθεια ότι η βάση ανέδειξε μία σειρά από προβλήματα που υπήρχαν χρόνια και σκεπάζονταν επιμελώς. Η ύπαρξη ειδικά των περιφερειακών πανεπιστημιακών ιδρυμάτων περνά μέσα από την κατανόηση της πραγματικότητας και την έγκαιρη προσαρμογή στα δεδομένα της αγοράς. Όσοι κλείνουν τα μάτια σε αυτό που έρχεται θα διαπιστώσουν σύντομα τα αδιέξοδα.
panagopg@gmail.com
Του Γιώργου Παναγόπουλου
Κατηγορία
Εντυπώσεις