Τα χρήματα αυτά θα λείψουν από τις τσέπες των αγροτών αλλά και από την τοπική αγορά σε μια πολύ δύσκολη περίοδο. Συνηθίσαμε να λέμε, τα χρόνια της κρίσης, ότι ο αγροτικός τομέας λόγω της συγκυρίας των καλών τιμών στο ελαιόλαδο κράτησε την τοπική οικονομία ζωντανή. Τα πράγματα όμως αλλάζουν κι αυτό θα φανεί έντονα το επόμενο διάστημα. Η μείωση της επιδότησης είναι το πρώτο ανησυχητικό σημάδι, αλλά δεν είναι το μόνο. Είναι ο πρώτος κρίκος σε μια μακριά αλυσίδα που οδηγεί τους αγρότες, ιδιαίτερα της περιοχής, σε μια νέα φάση οικονομικής συρρίκνωσης.
Η μείωση της επιδότησης δεν αποτελεί βέβαια... φυσικό φαινόμενο. Η ΚΑΠ σε επίπεδο Ε.Ε. μειώθηκε περίπου 10%, αλλά η μείωση που φτάνει στον Μεσσήνιο αγρότη είναι υπερδιπλάσια. Το πώς και το γιατί συνέβη αυτό είναι αναμφίβολα ένα τεράστιο θέμα, αλλά δεν βλέπουμε να υπάρχουν και πολλοί που ασχολούνται. Το ζήτημα δεν αναδείχτηκε έγκαιρα όταν «ψηνόταν» η δουλειά, ενώ και τώρα που φάνηκε το «ρίξιμο» ελάχιστοι μιλούν με στοιχεία και επιχειρήματα που θα καταλήγουν σε ένα σαφές αίτημα διόρθωσης. Το ενδιαφέρον εκείνων ειδικά που θα έπρεπε να έχουν βγει μπροστά για να αναδείξουν το ζήτημα, επικεντρώνεται, δυστυχώς, στο πώς θα κάνουν τις αιτήσεις ενισχύσεων για να πάρουν τα ψιλά, προκειμένου να συντηρήσουν τα μαγαζάκια τους.
Οι επιδοτήσεις μπορεί να μην είναι το κυρίαρχο, αλλά μέχρι να καταργηθούν για όλους, είναι άδικο κάποιοι να πληρώνουν την αναδιανομή και τα μικροπολιτικά παιχνίδια μεταξύ των περιοχών. Θεωρούμε αυτονόητο ότι οι εκπρόσωποι των αγροτών της περιοχής το επόμενο διάστημα θα πρέπει να αναδείξουν με στοιχεία το μέγεθος του προβλήματος και να απαιτήσουν διόρθωση, με όποιο πρόσφορο μέσο υπάρχει.
Εν τω μεταξύ, αν στο ζήτημα των επιδοτήσεων επικρατούσε σκοτάδι μέχρι που οι αγρότες της περιοχής είδαν το... φως στους λογαριασμούς τους τη Μεγάλη Εβδομάδα, τα πολύ κακά μαντάτα κρύβονται στο ασφαλιστικό και φορολογικό νομοσχέδιο το οποίο ψηφίζεται την Κυριακή. Εδώ τα πράγματα είναι πολύ πιο άσχημα, μιας και μπαίνει βαθιά το χέρι στην τσέπη του αγρότη. Ο ΟΓΑ καταργείται και οι ασφαλιστικές εισφορές των αγροτών υπολογίζονται πλέον με βάση το φορολογητέο εισόδημα, όπως ακριβώς και των ελεύθερων επαγγελματιών - με μια διαφορά στο κατώτερο όριο υπολογισμού της εισφοράς, που για τους αγρότες είναι 4.923 ευρώ έναντι 7.033 ευρώ για τους ελευθεροεπαγγελματίες.
Οι συντελεστές φορολόγησης είναι κοινοί για αγρότες ελεύθερους επαγγελματίες και μισθωτούς, με το αφορολόγητο αγροτών και μισθωτών να ορίζεται στα 9.091 ή 8.900 ευρώ. Για εισοδήματα πάνω από 12.000 ευρώ οι αγρότες καταβάλλουν εισφορά αλληλεγγύης όπως όλοι, χωρίς κάποια διαφοροποίηση. Στο φορολογητέο εισόδημα συνυπολογίζονται και οι άμεσες ενισχύσεις, εκτός από τις "πράσινες" και τις συνδεδεμένες, καθώς και οι επιδοτήσεις πάνω από 12.000 ευρώ.
Οι προβλέψεις των νομοσχεδίων επιφέρουν αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΓΑ και αύξηση της φορολόγησης του εισοδήματος των αγροτών. Αν στις ασφαλιστικές και φορολογικές επιβαρύνσεις προστεθούν και οι αυξήσεις σε ΦΠΑ λιπασμάτων, εφοδίων, καυσίμων κ.λπ., προκύπτει ένας λογαριασμός που ξεπερνά συνολικά για τους αγρότες της χώρας το 1 δισ. ευρώ.
Και εδώ τίθεται πλέον το κρίσιμο ερώτημα: Με αυτές τις επιβαρύνσεις και με την παρούσα μορφή του (μικρός κλήρος, γερασμένος πληθυσμός κ.λπ.) μπορεί ο αγροτικός τομέας να παραμείνει, παράγοντας ανταγωνιστικά προϊόντα; Η απάντηση είναι προφανής: Δεν υπάρχει καμία περίπτωση με αυτές τις επιβαρύνσεις να σταθεί.
Πρόσφατα ζήσαμε τοπικά το δράμα των πατατοπαραγωγών και υπογραμμίζαμε ότι οι απαγορεύσεις εισαγωγών δεν αποτελούν λύση στο πρόβλημα, αλλά χρειάζεται μείωση του κόστους παραγωγής. Με φορολογικές επιδρομές δεν γίνεται όμως μείωση του κόστους παραγωγής - απλώς τα προϊόντα χάνουν περαιτέρω σε ανταγωνιστικότητα. Κερδισμένοι θα βγουν μόνο αυτοί που μπορούν να φοροδιαφεύγουν, είτε πουλώντας χωρίς παραστατικά είτε έχοντας την έδρα της εταιρείας τους στη Βουλγαρία.
Είναι φανερό ότι έφτασε η ώρα του λογαριασμού και για τους αγρότες. Κάποιοι θεωρούν μάλιστα ότι είχε αργήσει, και θα είχαν δίκιο, αν όλο αυτό συνδεόταν με έναν αντικειμενικό και ορθολογικό τρόπο - και το σημαντικότερο, αν δεν είχε επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα των προϊόντων. Επειδή όμως δεν πρέπει να βλέπουμε μόνο την κατσίκα του γείτονα, καλό θα ήταν να αντιληφθούμε ότι, αν δεν αλλάξει άμεσα και συνολικά η λαθεμένη συνταγή της φοροεπιδρομής, σύντομα δεν θα υπάρχει αντικείμενο φορολόγησης, γιατί θα υπάρχει μόνο παραοικονομικός αγροτικός τομέας.
panagopg@gmail.com