Αναλυτικά το άρθρο, στο οποίο δεν έχω να προσθέσω ούτε λέξη:
«Αύγουστος, αρχές της δεκαετίας '80, εκατοντάδες αεροπλάνα charter μεταφέρουν κάθε εβδομάδα προς τον ευρωπαϊκό νότο από τις χώρες του βορρά διψασμένους για ήλιο ταξιδιώτες. Ενα από αυτά, με προέλευση σκανδιναβική χώρα, προσγειώνεται στην Ιμπιζα. Πού είναι το περίεργο;
Οι επιβάτες είχαν αγοράσει «πακέτο» για Ρόδο. Διαμαρτυρήθηκαν; Οχι. Δεν πήραν είδηση ότι δεν έφθασαν στην Ρόδο αλλά στην Ιμπιζα.
Εκείνοι όπως και χιλιάδες άλλοι ήθελαν ήλιο, μια πισίνα δίπλα στη θάλασσα και μπίρες. Και στις 5 το απόγευμα happy hour... Η αλλαγή του προορισμού οφείλεται στη διαμάχη μεταξύ του tour operator και των ξενοδόχων της Ρόδου, που σε μια σπάνια κίνηση ενώθηκαν και δεν υποχώρησαν στις πιέσεις του πράκτορα για συμπίεση των τιμών. Η ιστορία είναι πραγματική και ενδεικτική της άγριας κατάστασης που επικρατούσε. Την εποχή εκείνη οι wholesalers ήσαν πανίσχυροι.
Οι τουρίστες δεν ήταν ακόμα χειραφετημένοι και μπορούσαν να τους επηρεάζουν αποφασιστικά. Επάνω σ’ αυτόν τον τουρίστα αναπτύχθηκε ο μαζικός τουρισμός μεγάλης κλίμακας από τη δεκαετία του ‘60 μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα σε όλη την ακτογραμμή της Μεσογείου, από τα παράλια του Λιβάνου μέχρι το Γιβραλτάρ. Με μεγάλο περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος. Αρκεί να δει κανείς φωτογραφίες της Costa del Sol, Palma, Valencia, της δικής μας Μυκόνου, της Ρόδου, της βόρειας ακτογραμμής της Κρήτης, της Κω, και πριν από την τουριστική ανάπτυξη και μετά.
Το μοντέλο αυτό άρχισε να παρουσιάζει τις πρώτες ρωγμές με τη διάδοση του internet. Από τις αρχές του 2000 και ιδιαίτερα μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα του Σεπτεμβρίου 2001, αλλά και των υπολοίπων που ακολούθησαν (σιδηροδρομικός σταθμός Μαδρίτης, Βρυξέλλες κλπ) οι ρωγμές αυτές έγιναν μεγαλύτερες. Τότε πολλοί φοβήθηκαν ότι ο τουρισμός ως οικονομική δραστηριότητα είχε πληγεί καίρια.
Ομως όχι. Οι άνθρωποι στις ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες δεν ήσαν διατεθειμένοι να θυσιάσουν το αγαθό των διακοπών, κατάκτηση μεταπολεμική όλων των κοινωνικών τάξεων. Οι αερομεταφορές άλλαξαν, αλλά και οι τουρίστες άλλαξαν. Είναι πλέον περισσότερο συνειδητοποιημένοι, πιο χειραφετημένοι και πιο επιλεκτικοί. Τους ενδιαφέρει ο τόπος που επισκέπτονται, ο πολιτισμός του και οι άνθρωποί του μέσα από τη γαστρονομία τους. Οι προτιμήσεις τους στα καταλύματα μετατοπίζονται στα καταλύματα μικρής κλίμακας με χαρακτήρα, προσωπικότητα. Εμφανίζονται τα art hotels, design hotels, boutique hotels. Τα τσιμεντένια μεγαθήρια χτισμένα πάνω στον αιγιαλό απαξιώνονται και πολλά κατεδαφίζονται (Ισπανία). Μεγάλα ταξιδιωτικά πρακτορεία, εμβληματικά της δεκαετίας '80, έκλεισαν. Οσοι παρέμειναν στη αγορά εργάζονται πλέον με προγράμματα tailored, φτιαγμένα για τις ανάγκες του κάθε πελάτη.
Μέσα σε αυτή την κοσμογονία, ένας τουριστικός προορισμός παραμένει αλώβητος στο πέρασμα των δεκαετιών και των κρίσεων: η Τοσκάνη. Το τουριστικό μοντέλο της επαρχίας της Τοσκάνης είναι υπόδειγμα αειφορίας: σεβασμός στο φυσικό περιβάλλον, σεβασμός στη παράδοση και τον πολιτισμό της, σεβασμός στη κλασική ομορφιά της πέρα από μόδες και τάσεις παροδικές και εφήμερες.
Η έκταση και το βάθος της τρέχουσας κρίσης λόγω Covid θα αποτιμηθεί με το τέλος του 2021, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τουρισμού. Προεξοφλείται όμως πως ό,τι απέμεινε όρθιο από το μοντέλο μαζικού τουρισμού των δεκαετιών '70, '80, '90 δύσκολα θα επιβιώσει. Πολλά από τα καταλύματα που απευθύνονταν στον τουρίστα εκείνων των δεκαετιών θα κλείσουν.
Μέσα στη δραματικότητά του, το γεγονός αυτό παρουσιάζει και μια μοναδική ευκαιρία αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος, με αποσυμφόρηση των τουριστικών δραστηριοτήτων, ακόμα και με κατεδάφιση των καταλυμάτων των οποίων θα σταματήσει η λειτουργία. Ο στόχος θα πρέπει να είναι ένας: ποιότητα σε όλα τα επίπεδα, και μέσω αυτής, η βιωσιμότητα των τουριστικών επενδύσεων».
Θανάσης Λαγός