Μετά την άτυπη χρεοκοπία του 2010 και την εξάπλωση των fintech τραπεζών, στην Καλαμάτα μόνο έκλεισαν καμιά 20αριά τραπεζικά καταστήματα, ενώ στην υπόλοιπη Μεσσηνία οι αιρετοί αγωνίζονται ακόμα για να διατηρήσουν τα υποκαταστήματα των διορισμένων, ώστε να μη χάσουν και τις τελευταίες ψήφους των συγγενών. Στο μεταξύ οι πρώην τραπεζικοί υπάλληλοι, με τα χρήματα της αποζημίωσης από την απόλυση ή την εθελούσια έξοδο, άνοιξαν τις περισσότερες φορές κάποιο μαγαζί (εστίασης, ψυχαγωγίας, εμπορίας κ.λπ.) αφού δεν υπάρχει εναλλακτική πηγή εισοδήματος που να προσφέρει αξιοπρεπείς θέσεις εργασίας. Αν στο κάδρο προστεθούν και οι απογοητευμένοι που ονειρεύονταν διορισμό στις κρατικές επιχειρήσεις (ΔΕΗ, ΟΤΕ, Ολυμπιακή, ΟΣΕ) αλλά αναγκάστηκαν να στραφούν στην επιχειρηματικότητα, αμέσως σχηματίζεται η εικόνα ενός νέου αυτοδιοικητικού εκλογικού σώματος, που ζητεί από τις δημοτικές αρχές περισσότερο χώρο για τραπεζοκαθίσματα και καλύτερο δημοτικό φωτισμό για τους πελάτες των μαγαζιών του.
Τα παραπάνω καταγράφουν ουσιαστικά τις αλλαγές στο οικονομικό οικοδόμημα που οδήγησαν στην κυριαρχία της Κεντροδεξιάς στους δήμους της Μεσσηνίας, καθώς οι δεξιοί δήμαρχοι ικανοποίησαν πλήρως την ανάγκη για περισσότερα τραπεζοκαθίσματα, ενώ την ίδια ώρα οι κεντροαριστεροί υποψήφιοι εμμονικά ζητούσαν επιστροφή στο παρελθόν των διορισμών σε κρατικές ΔΕΚΟ και ιδιωτικές τράπεζες. Στην πραγματικότητα, η ελληνική Κεντροαριστερά παγιδεύτηκε στον ιδεολογικό ιστό της κομμουνιστικής (ή κομμουνιστογενούς) Αριστεράς, που εξακολουθεί να πιστεύει ότι το κράτος είναι καλύτερος παραγωγός από τον ιδιώτη. Στην Ευρώπη και στον υπόλοιπο σύγχρονο κόσμο η Κεντροαριστερά έχει παραδεχτεί ότι ο ιδιωτικός τομέας είναι αποτελεσματικότερος από τον κρατικό στην παραγωγή. Γι’ αυτό η σύγχρονη ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία εστιάζει αφενός στην παροχή ποιοτικών υπηρεσιών (υγείας, εκπαίδευσης, ασφάλειας, μετακίνησης κ.λπ.) σε όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες, και αφετέρου στην κάλυψη των βασικών αναγκών (στέγαση, τροφή κ.ά.) των οικονομικά αδύναμων που βρίσκονται εκτός της παραγωγικής διαδικασίας ή στα χαμηλότερα στρώματά της.
Στην Ελλάδα όμως η Κεντροαριστερά, και κυρίως η αυτοδιοικητική της έκφανση, παραμένει παγιδευμένη μεταξύ υπαρκτού σοσιαλισμού και ουτοπικού ριζοσπαστισμού – είτε πιστεύοντας ότι η ανάπτυξη πρέπει να στηρίζεται σε φάμπρικες με χιλιάδες εργαζόμενους, είτε θεωρώντας πως μια εναλλακτική συνεταιριστική καφετέρια είναι αποτελεσματικότερη από ένα ιδιωτικό καφέ. Μέσα σε αυτό το σκοτεινό περιβάλλον ακούγονται δελεαστικές σε πολλούς κεντροαριστερούς οι προτάσεις για επιστροφή στο παρελθόν του κράτους-παραγωγού, ακόμα και όταν αυτές εκφράζονται από ακροδεξιούς κύκλους που πνέουν μένεα κατά της ελεύθερης μετακίνησης ανθρώπων, αγαθών και υπηρεσιών.
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι προτάσεις για επιστροφή στο δήμο-επιχειρηματία, που αν και φαντάζουν “σωτήριες” για όσους ονειρεύονται μια σταθερή αργόσχολη θέση εργασίας, έχουν ήδη ξεπεραστεί από τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις νέες ανάγκες της μεταβιομηχανικής εποχής.
Αν η ελληνική αυτοδιοικητική Κεντροαριστερά δεν ήταν παγιδευμένη στις συμπληγάδες του υπαρκτού σοσιαλισμού και του ουτοπικού ριζοσπαστισμού θα είχε διαπιστώσει ότι, εκτός από περισσότερο χώρο για τραπεζοκαθίσματα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες (και όχι μόνο) έχουν ανάγκη για περισσότερους βρεφονηπιακούς σταθμούς, για καλύτερη εκπαίδευση, για ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, για ασφάλεια με πραγματική αστυνόμευση που σέβεται τον πολίτη, για ουσιαστική βοήθεια στην τρίτη ηλικία, για μετακίνηση με συχνή και αξιόπιστη συγκοινωνία. Ετσι κι αλλιώς στην Ελλάδα, όλες αυτές τις ποιοτικές υπηρεσίες δεν κατάφερε να τις προσφέρει στον πολίτη το υδροκέφαλο κράτος, που σχηματίστηκε δήθεν για να διαλύσει τα αρχαϊκά τοπικά τζάκια... αλλά τελικώς συμμάχησε μαζί τους σε βάρος των πολιτών.
Μόνο η αυτοδιοίκηση μπορεί να προσφέρει ποιοτικές υπηρεσίες στον πολίτη, αποκεντρώνοντας περαιτέρω τον μηχανισμό λήψης αποφάσεων, ώστε τελικώς οι αποφάσεις να λαμβάνονται από στελέχη που έχουν έρχονται καθημερινά σε επαφή με τους πολίτες. Σήμερα οι αποφάσεις λαμβάνονται είπε από αποστειρωμένους γραφειοκράτες που ενδιαφέρονται κυρίως για τη διεύρυνση της ηγεμονικής τους θέσης, είτε από κυβερνητικά στελέχη που επίσης ενδιαφέρονται κυρίως για την ενίσχυση της ηγεμονικής τους θέσης.
Σε αυτό το πλαίσιο πολλές επιμέρους αποφάσεις θα πρέπει να λαμβάνονται από φορείς – π.χ. για το άνοιγμα ή το κλείσιμο των σχολείων θα πρέπει να αποφασίζουν οι Σύλλογοι Διδασκόντων, για να μπορούν οι Σύλλογοι Γονέων να κρίνουν την ορθότητα της απόφασης και να αντιδρούν αναλόγως αν παραστεί ανάγκη. Όταν όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται οριζόντια από απρόσωπα κυβερνητικά κέντρα, τα σχολεία γίνονται απολύτως ταξικά, όπως είναι όλα τα Γυμνάσια - Λύκεια της Καλαμάτας, ενώ οι τοπικοί άρχοντες παριστάνουν ότι η δημόσια δωρεάν παιδεία προσφέρει ίσες ευκαιρίες σε όλα τα παιδιά. Στην ίδια περίπτωση κεντρικής λήψης των αποφάσεων, παριστάνουμε ότι υπάρχει δωρεάν δημόσια υγεία, ενώ υπάρχει μόνο αδιαφανής διορισμός διοικητών σε υγειονομικές μονάδες και... πάρτι των δεξιών υποψηφίων στις αυτοδιοικητικές εκλογές.
Θανάσης Λαγός