Οι φίλοι οργανωτές μού έκαναν την τιμή να κάνω την εναρκτήρια ομιλία σε αυτό τον κύκλο συζητήσεων που σκοπεύουν να κάνουν σχετικά με τον τουρισμό. Και σπεύδω να καταγράψω την εισαγωγή της παρέμβασης και για λόγους... αυτοπροστασίας και για λόγους ουσίας:
«Είναι αλήθεια ότι ταλαντεύτηκα όταν οι φίλοι μου είπαν για την εκδήλωση και ζήτησαν να μιλήσω. Γιατί σκέφτηκα πως δεν έχω καμία σχέση με τον τουρισμό υπό της έννοια της επαγγελματικής ενασχόλησης. Και ως εκ τούτου μια τέτοια παρουσία θα μπορούσε να ενοχλεί και να αποτελέσει αντικείμενο δυσμενών σχολίων. Η επιμονή των οργανωτών και κάποιες δεύτερες σκέψεις με “έσπρωξαν” στη συμμετοχή. Οι δεύτερες σκέψεις έχουν να κάνουν με το γεγονός πως συμφωνήσαμε ότι η παρουσίαση θα είναι ένα ρεπορτάζ για τη Μεσσηνία και τον επισκέπτη. Ως συνισταμένη επαγγελματικών εμπειριών μετά από 40 και πλέον χρόνια παρουσίας στα δημόσια πράγματα, ιστορικών και λαογραφικών στοιχείων που σχετίζονται με τη ζωή και την εξέλιξή της στον τόπο μας. Σε αυτό το αφήγημα υπάρχει μια “κόκκινη κλωστή” που καθορίζει το χαρακτήρα του και τις σκέψεις που διατυπώνονται. Είναι η βαθιά πεποίθηση που έχω πως όταν μιλάμε για τουρισμό έχουμε πρωτίστως στο νου μας τους ανθρώπους οι οποίοι ζουν σε αυτό τον τόπο. Η ποιότητα ζωής για παράδειγμα ενδιαφέρει πρώτα από όλους τους κατοίκους της πόλης και του νομού. Εφόσον το επίπεδο είναι ικανοποιητικό, θα ικανοποιήσει και τους επισκέπτες. Ως εκ τούτου όταν συζητούμε για προβολή του τόπου δεν θα πρέπει να εννοούμε πώς θα φτιάξουμε ένα παραμύθι, μια εικονική πραγματικότητα που θα προσπαθήσουμε να την πουλήσουμε. Αντιθέτως θα αφηγηθούμε με τρόπο ελκυστικό την πραγματικότητα, τον τρόπο ζωής, τα “μυστικά” του τόπου μας, όλα εκείνα τα στοιχεία που συνιστούν τον πολιτισμό μας».
Θεωρώντας πως αυτό είναι το κλειδί οποιασδήποτε συζήτησης, νομίζω πως υπάρχει “πεδίον δόξης λαμπρόν” για όσους ενδιαφέρονται σχετικά με αυτόν τον τομέα. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να διανυθεί ακόμη μεγάλος και δύσκολος δρόμος. Και η φετινή διαπίστωση επιβεβαιώνει την τάση που διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια: “Βουλιάζει” ο τόπος από επισκέπτες, κάθε χρόνο έρχονται όλο και περισσότεροι, πλην όμως αφήνουν όλο και λιγότερα ενώ περιορίζουν στο ελάχιστο τη διαμονή τους. Αναμφισβήτητα η κρίση έχει παίξει τεράστιο ρόλο στη διαμόρφωση αυτής της πραγματικότητας καθώς ο όγκος των επισκεπτών προέρχεται από την Ελλάδα και ανήκει στην κατηγορία εκείνων που διαθέτουν ακόμη κάποια χρήματα για διακοπές. Και το “ακόμη” έχει τη δική του σημασία καθώς υποδηλώνει την τάση διαρκούς συρρίκνωσης του διαθέσιμου εισοδήματος για διακοπές. Και επειδή μίλησα για το μοντέλο τουρισμού των “3 S” (sea, sun, sand – θάλασσα, ήλιος, άμμος), σωστά φίλος με άμεση σχέση με το αντικείμενο παρατήρησε ότι δεν μπορούμε να το εγκαταλείψουμε γιατί αυτό είναι που φέρνει τον μεγάλο όγκο του κόσμου, αλλά το πρόβλημα είναι αυτό που προαναφέρθηκε. Ως εκ τούτου έχει σημασία να διερευνηθεί αν πέρα από την οικονομική κρίση υπάρχουν και άλλοι παράγοντες οι οποίοι επιδρούν σε αυτό.
Πρακτικά ο πρώτος στόχος θα πρέπει να είναι η διεύρυνση της “πληρότητας” σε μεγαλύτερο εύρος εντός του χρόνου που παλαιόθεν θεωρείται “καλοκαιρινή περίοδος”, δηλαδή από το κλείσιμο μέχρι το άνοιγμα των σχολείων. Πράγμα που σημαίνει ότι θα χρειαστεί να καταβληθεί προσπάθεια έτσι ώστε ο επισκέπτης να μπορεί να επιλέξει ένα πρόγραμμα παραμονής που θα πάει πέρα από το κυμοθάλασσο, ανάλογα με τα ενδιαφέροντα του ιδίου και της οικογένειας. Και αυτό θα πρέπει να είναι οργανικό στοιχείο της φιλοξενίας του επισκέπτη από εκείνους που τον υποδέχονται. Οσο και αν αυτό φαντάζει αυτονόητο και απλό, δεν είναι καθόλου.
Τα όσα προαναφέρθηκαν δεν αποτελούν καμία μαγική συνταγή αλλά προϋποθέτουν κατανόηση και εκπαίδευση όλων εκείνων οι οποίοι από οποιαδήποτε θέση έρχονται σε επαφή με τον επισκέπτη. Και που θα πρέπει να είναι σε θέση όχι μόνον να “καθοδηγήσουν” τον επισκέπτη ή να του προτείνουν πρόγραμμα διαμονής, αλλά και να απαντήσουν σε ερωτήσεις που φαντάζουν “χαζές” αλλά καθημερινά διαπιστώνει κάποιος ότι είναι συχνά στα χείλη εκείνων που δεν γνωρίζουν την περιοχή. Από το χρόνο που χρειάζεται για να πάει στον τάδε ή τον δείνα προορισμό, μέχρι την ταβέρνα όπου θα μπορούσε να βρει καλό φαγητό, την τοπική κουζίνα, τις εκδηλώσεις της ημέρας, το πλησιέστερο... πανηγύρι, τους τόπους με φυσικό κάλλος που θα μπορούσε να επισκεφθεί, τους αρχαιολογικούς χώρους και ό,τι άλλο χρειαστεί ή πρέπει να πληροφορηθεί.
Είναι αυτό που περιέγραψα σχετικά με το αφήγημα: Για να χτίσουμε την αφήγηση για τον τόπο μας θα πρέπει εμείς να κατανοήσουμε το βάθος πραγμάτων που τα προσπερνούμε ή τα θεωρούμε πολλές φορές ως αντικείμενο ενασχόλησης κάποιων “βαρεμένων” με αυτά. Είμαι βέβαιος πως αν τα κατανοήσουμε και γνωρίσουμε καλύτερα τον τόπο, τη ζωή, τις φυσικές ομορφιές, τους ανθρώπους της δουλειάς, την ιστορία, θα αισθανθούμε και εμείς όπως εκείνοι που τους περιγράφουμε με τον παραπάνω απαξιωτικό χαρακτηρισμό.
Θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσω έννοιες ή φράσεις που αποτελούν “ψωμοτύρι”, όπως “η εξυπηρέτηση του πελάτη”, “η ποιότητα του τουριστικού προϊόντος” και πάει λέγοντας. Δεν το κάνω, όχι μόνον για να αποφύγω το τετριμμένο, αλλά και από πεποίθηση για έναν άλλο τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς με ελάχιστες λέξεις: “Η φιλοξενία του επισκέπτη”. Ας το βάλουμε σε κάθε περίπτωση ως εργαλείο συμπεριφοράς και ο κάθε ενδιαφερόμενος θα βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για όλο το εύρος της δραστηριότητάς του.
Μια άλλη πλευρά της ιστορίας, που επαναλαμβάνεται σε όλους τους τόνους, είναι η “επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου”. Το έχω ακούσει χιλιάδες φορές και επαναλαμβάνεται ως... αίτημα στο πουθενά. Δεν είναι λάστιχο να το ντώσεις, ούτε το ήπιο κλίμα σημαίνει ότι εκείνος που πάει Αύγουστο διακοπές για να κάνει τα μπάνια του, θα πεισθεί να... μετακομίσει τον Οκτώβριο στον περιγραφόμενο ως “παράδεισο” τόπο. Η επιμήκυνση έχει να κάνει με την προσφορά συγκεκριμένων πραγμάτων σε ομάδες-στόχους. Εκείνο το οποίο μπορούμε να προσφέρουμε όλο το χρόνο το “οριοθετήσαμε” ή το “ανιχνεύσαμε” κατά έναν τρόπο στη συζήτηση. Το μεγάλο ζήτημα είναι να αναζητήσει και να βρει ο καθένας που ενδιαφέρεται ποία δραστηριότητα είναι ελκυστική και ποίοι ενδιαφέρονται γι' αυτό. Να τους προσεγγίσει και να ρισκάρει επαγγελματικά αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες.
Μέσα από αυτή τη φράση και με αφορμή μια σύντομη συζήτηση, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι στην υπόθεση που συζητούμε είναι απολύτως διακριτοί οι ρόλοι του καθενός: Η αυτοδιοίκηση οφείλει να δημιουργήσει τις απαραίτητες υποδομές που μπορούν να ξεκινούν από απλά πράγματα, όπως είναι το καθάρισμα του Νέδοντα από τα σκουπίδια, και να φθάνουν σε έργα απαραίτητα για ορισμένες μορφές τουρισμού, όπως είναι ο εκσυγχρονισμός των αθλητικών εγκαταστάσεων. Οι σύλλογοι που αναπτύσσουν διάφορες δραστηριότητες υπαίθρου, για παράδειγμα, είναι οι σκαπανείς για το άνοιγμα δρόμων που δεν θα γίνονταν γνωστοί αν δεν υπήρχαν οι οργανωμένες ομάδες πολιτών που ενδιαφέρονται π.χ. για φυσιολατρικές διαδρομές. Και οι ιδιώτες, αξιοποιώντας όλα αυτά και τις δικές τους ικανότητες και ιδέες, αναπτύσσουν τη δική τους μικρή ή μεγάλη δραστηριότητα, ρισκάροντας στην επένδυση και επωφελούμενοι από το κέρδος.
Οι συνέργειες μπορούν να “σπρώξουν” τα πράγματα. Οι ανταγωνισμοί και οι αντιδικίες (δημόσια ή στο παρασκήνιο) λειτουργούν ως φρένο και εμποδίζουν σκέψεις και ιδέες να καρποφορήσουν.