Ουσιαστικά, το «σκληρό ροκ» χωρίς πρόταση εξουσίας ευνοεί βραχυπρόθεσμα τα ριζοσπαστικά κόμματα διαμαρτυρίας, αλλά κανένας δεν γνωρίζει αν θα διατηρήσουν τα δημοσκοπικά ποσοστά τους και στην κάλπη. Σε κάθε περίπτωση, ο μεγάλος αντίπαλος της κυβέρνησης είναι ο… εαυτός της και, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, δύσκολα θα τον διορθώσει, αφού οι περισσότεροι υπουργοί και υφυπουργοί αναλώνονται καθημερινά στη ρίψη επικοινωνιακών πυροτεχνημάτων, αδιαφορώντας για την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της οικονομίας και της κοινωνίας. Έτσι κι αλλιώς, η κυβέρνηση σπατάλησε πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο και πλέον δεν έχει την ισχύ που απαιτείται είτε για να κάνει μεταρρυθμίσεις που θα επιταχύνουν τον ρυθμό των μεγάλων υποδομών είτε για να απελευθερώσει την αγορά από τα δεσμά της υψηλής φορολογίας.
Μέσα σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο και καθώς όλα τα κόμματα ξορκίζουν προεκλογικά κάθε προοπτική κυβερνητικής συνεργασίας, είναι πολύ πιθανό να δούμε σύντομα στο προσκήνιο «μεσσίες» τύπου Ντόναλντ Τραμπ και Έλον Μασκ, που πατώντας πάνω στην επιτυχημένη επιχειρηματική τους δραστηριότητα θα επιχειρήσουν να εισέλθουν στο Μαξίμου με παντιέρα τον αντισυστημισμό. Επειδή όμως στην Ελλάδα το «βαθύ κράτος» είναι τα πελατειακά δίκτυα, οι επίδοξοι σωτήρες δεν θα εστιάσουν στην οικονομία όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Έλον Μασκ. Θα εστιάσουν στην «παρακμή της ∆ύσης», ζητώντας αναθεώρηση του γεωπολιτικού προσανατολισμού και… γαία πυρί μιχθήτω.
∆εν αποκλείεται λοιπόν ο κύκλος της πολιτικής μεταπολίτευσης να κλείσει όπως άνοιξε το 1974 με ένα «εθνικό τραύμα». Άλλωστε, και ο κύκλος της δανειακής ευημερίας έκλεισε το 2010, όπως άνοιξε το 1981 στα χέρια μιας κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και μάλιστα με πρωθυπουργό από την οικογένεια Παπανδρέου. Υπάρχει άραγε ενδεχόμενο να βγει η Ελλάδα αλώβητη από τον τρέχοντα κυκλώνα της αναθεώρησης στη διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα; Οι πιθανότητες που συγκεντρώνει αυτή η προοπτική ισούνται περίπου με τις πιθανότητες που συγκεντρώνει η μακροημέρευση μιας πολυκομματικής κυβέρνησης.
Στην πραγματικότητα, όπως και κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, ελάχιστοι πολιτικοί αντιλαμβάνονται την ασυμμετρία της σχέσης Ελλάδας και Τουρκίας, καθώς και τους κινδύνους που αυτή συνεπάγεται. Όπως και στην περίοδο της οικονομικής κρίσης, δεν είναι λίγοι οι πολιτικοί που μετρούν το μπόι τους με τη σκιά τους. Ούτε είναι λίγοι εκείνοι που δεν μπορούν να υπολογίσουν σωστά τον συσχετισμό των δυνάμεων. Αν στο κάδρο των καιροσκόπων και των ανίκανων προσθέσουμε και εκείνους που δεν αντιλαμβάνονται πως οι πόλεμοι πλέον κερδίζονται από τους χειριστές των drones, έχουμε σχεδόν μπροστά μας αφενός το σύνολο της άρχουσας πολιτικής τάξης και αφετέρου όλους τους επίδοξους «σωτήρες» που θα βγουν ξανά σε «Ζάππεια» και πλατείες με στόχο να καταλήξουν στο Μαξίμου.