Δυστυχώς η πραγματικότητα δείχνει το εντελώς αντίθετο και για τα δύο. Οι πολιτικές των Μνημονίων, όπως πολύ καλά καταλάβαμε, συνεχίζονται. Αυτό μας δείχνει ο νόμος που ψηφίστηκε στις 30 Μαρτίου, αλλά και το γεγονός ότι η δόση του Μαΐου έσπασε σε τρία μέρη και υπάρχουν επιπλέον συνοδευτικά μέτρα των δόσεων του Ιουνίου και Ιουλίου (μεταξύ των οποίων η πώληση της ΔΕΗ!). Το αξιόχρεο του ελληνικού κράτους αμφισβητείται από την ίδια τη διαδικασία της υποτιθέμενης «εξόδου». Δεν είναι μόνο τα άρθρα του διεθνούς οικονομικού Τύπου που εξηγούν ότι αυτή η έξοδος δεν σημαίνει ότι οι αγορές έχουν αποδεχτεί ότι το Ελληνικό Δημόσιο είναι αξιόχρεο. Είναι τα στοιχεία που αποδεικνύουν ακριβώς το αντίθετο. Το γεγονός της μεγάλης ζήτησης των ομολόγων εξηγείται αποκλειστικά από το ύψος του επιτοκίου, το οποίο υπερβαίνει κάθε άλλο στην αληθινή διακρατική αγορά ομολόγων, δημιουργήθηκε μόνο για μια μέρα και δεν πρόκειται να ξαναϋπάρξει σύντομα.
Ακόμη όμως και σε τεχνικό επίπεδο προϋπολογισμού έτους, η κυβέρνηση αδυνατεί να εξηγήσει τι επιδιώκει με τη θριαμβολογία για «έξοδο στις αγορές». Κι αυτό διότι ταυτόχρονα με τους γκροτέσκους πανηγυρισμούς της κυβέρνησης έχουμε τις ακόλουθες ανακοινώσεις: α) Ανακοίνωση για αύξηση των νέων χρεών των πολιτών προς το Δημόσιο στα 2,3 δισ. ευρώ, παρά το γεγονός ότι εισπράχθηκαν περισσότερα από 600.000.000 το πρώτο δίμηνο από παλαιές οφειλές των φορολογουμένων. β) Ανακοίνωση για αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος της γενικής κυβέρνησης στα 3,5 δισ. ευρώ το πρώτο δίμηνο του έτους.
Η πρώτη ανακοίνωση δείχνει ότι η φοροδοτική ικανότητα της πλειοψηφίας των πολιτών που πλήττεται έχει πλέον εξαντληθεί και τα στοιχεία αυτά υπονομεύουν τις προβλέψεις για τα έσοδα του 2014. Η δεύτερη ανακοίνωση, αν την πάρουμε στα σοβαρά, δείχνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει κανένα λόγο αυτή τη στιγμή να δανειστεί από τις αγορές με επιτόκιο κοντά στο 5%. Με δεδομένη την κυβερνητική δέσμευση ότι φέτος δεν θα υπάρξει χρηματοδοτικό κενό, από τις δύο ανακοινώσεις προκύπτει ότι ο λόγος που το Δημόσιο θα επιβαρυνθεί με εκατοντάδες εκατομμύρια είναι για να μπορέσει ο κ. Σαμαράς να μετατοπίσει την επικαιρότητα από τη δεινή οικονομική κατάσταση της κοινωνικής πλειοψηφίας, το «σκάνδαλο Μπαλτάκου» και τον ακροδεξιό εναγκαλισμό της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση, δυστυχώς, την ώρα που η πρόβλεψη για τα έσοδα υπονομεύεται, χρεώνει τον λαό εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ επιπλέον για τις ανάγκες της προεκλογικής εκστρατείας ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ.
Η προεκλογική εκστρατεία τους έχει στο κέντρο της την επιβράβευσή τους από την κ. Μέρκελ. Το γεγονός ότι αυτή η τακτική θριαμβολογίας ακολουθείται από δηλώσεις του τύπου «η έξοδος αυτή στις αγορές δεν σημαίνει ότι τελειώσατε, υπάρχουν κίνδυνοι, πρέπει να συνεχίσετε», συμπληρώνει το γνωστό «καρότο και μαστίγιο» που συνοδεύει την αντιδραστική πορεία των τελευταίων ετών.
Είναι σημαντικό σήμερα, στην κρίσιμη συγκυρία των επερχόμενων ευρωεκλογών, να γίνει κατανοητό από τους πολίτες ότι τίποτα δεν τελειώνει, αντίθετα η διαδικασία επιβολής νέων μέτρων συνεχώς θα επανέρχεται ως αναγκαία κεντρική πολιτική επιλογή των μνημονιακών δυνάμεων. Συνεχώς θα υπάρχει μια διγλωσσία. Από τη μία πλευρά «επιτυχία», από την άλλη πλευρά «ανάγκη για νέα προσπάθεια». Είναι μια διαδικασία που εξουθενώνει την πλειοψηφία της κοινωνίας και ο μόνος τρόπος να σταματήσει είναι να ανατρέψουμε τις νεοφιλελεύθερες ελίτ. Οι εκλογές που έρχονται θα αποτελέσουν το πρώτο βήμα αυτής της ανατροπής.
Γιάννης Μηλιός: Υπεύθυνος Οικονομικής Πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ – Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Ε.Μ.Π.